NON-KONGRESS / (No) Future: Καθεστώς οικολογικής συσσώρευσης – Χρηματοπιστωτική αγορά – Νέα παγκόσμια αταξία
Bulletin no. 04
«Κατοικείστε σε μία ήρεμη και ζωντανή οικο-γειτονιά»
Φωτογραφία που τραβήχτηκε κατά τη διάρκεια της πυρκαγιάς που ξέσπασε στο εργοστάσιο της εταιρείας Lubrizol στη Ρουέν της Γαλλίας το 2019. Η εταιρεία Lubrizol παράγει εξειδικευμένα χημικά.
Τα προηγούμενα Bulletins του Non-Kongress μπορούν να βρεθούν μεταφρασμένα στους συνδέσμους που ακολουθούν:
Ανακοίνωση no. 01 | Bulletin no. 01 | Bulletin no. 02
Οικολογία και οικονομία
Ειλικρινά, όποιος δεν ένιωσε τουλάχιστον ένα ψήγμα κρυφής χαράς με τη μη προγραμματισμένη παύση της παραγωγής στο εργοστάσιο της Tesla πρέπει να βρίσκεται βαθιά χωμένος σε κάποιο βούρκο της προπαγάνδας. Είτε στον σοσιαλιστικο-εργασιακό φετιχισμό που προσιδιάζει στο περιοδικό Jacobin, είτε στον πρασινο-ηλεκτρικό, ο οποίος δε θα τολμήσει να κοιτάξει στα βάθη ενός ορυχείου λίθιου, ενόσω τα ποσοστά CO2 βρίσκονται σε κατάλληλα επίπεδα. Σε κάθε περίπτωση, πολύ περισσότερο και από την έκταση της ζημίας ένα πράγμα φαίνεται αξιοθαύμαστο σε εμάς, το βάθος και η μη συμβιβασμένη φύση της επίθεσης, σε συνδυασμό με τη δημοσιευμένη ανακοίνωση. Δεν έχει να κάνει με τη διαπραγμάτευση με κάποιον φορέα σχετικά με την εξάπλωση των δυνατοτήτων της παραγωγής ή με τους περιβαλλοντικούς περιορισμούς, και επομένως δεν απαιτεί «την άσκηση πίεσης στους δρόμους» ή το να καταστούν ορατά τα αιτήματα των κινημάτων, κάτι που φαίνεται να αποτελεί το κύριο πολιτικό περιεχόμενο του κλιματικού ακτιβισμού στη Γερμανία και παγκοσμίως. Αντιθέτως, έχει να κάνει με το να καταστρέψουμε αυτό που μας καταστρέφει. Τόσο απλό και τόσο δύσκολο. Δεν πιστεύουμε πως η θεωρία μπορεί να αντικαταστήσει την πράξη. Πιστεύουμε, όμως, ότι απαιτείται μία θεωρία που θα είναι ριζοσπαστική, ασυμβίβαστη και θα έχει βάθος. Για να σκάψουμε βαθύτερα από τον πράσινο καπιταλισμό της Tesla πρέπει να ασχοληθούμε με την έννοια της οικολογίας.
Η εποχή της οικολογίας
Έχουμε την εντύπωση πως βρισκόμαστε σε μία εποχιακή καμπή. Ο κόσμος του μεταμοντέρνου ύστερου καπιταλισμού αποχαιρετά προηγούμενους κοινωνικούς σχηματισμούς και διανοίγει νέες δυνατότητες για την καπιταλιστική παραγωγή υπερ-αξίας. Έχει ήδη παρθεί η απόφαση για μία νέα εποχή; Παρά τις αδρανείς δυνάμεις του παλαιού κόσμου, υπάρχει ήδη ένας ορατός ορίζοντας που θα μπορούσε να αλλάξει το προσωπείο της υφιστάμενης πραγματικότητας; Από τη μία πλευρά, οι αναμενόμενες καταστροφές και η κατάρρευση διαφαίνονται στον ορίζοντα αλλά την ίδια στιγμή τα νέα, ακμάζοντα πεδία ενός βιώσιμου, καλλιεργημένου, πράσινου, ψηφιοποιημένου κόσμου του εκσυγχρονισμένου καπιταλισμού αναδύονται επίσης.
Αυτό που θα αντιστοιχούσε στην υπάρχουσα ορθολογικότητα σχετίζεται με το γεγονός πως αυτή η νέα εποχή θα μπορούσε να αποτελέσει την εποχή της οικολογίας – μία εποχή περιορισμού του έμβιου κόσμου και της εντατικοποιημένης αντικειμενοποίησης της φύσης. Ενώπιον της κρίσης της κερδοφορίας του νεοφιλελεύθερου καθεστώτος συσσώρευσης, η οικολογία θα μπορούσε να αποτελέσει την προτρεπτική νομιμοποίηση ώστε να εξαπλωθούν τα όρια του καπιταλισμού:
«Η πολιτική οικολογία εισάγει το ζήτημα της σκοπιμότητας ενός διακανονισμού των βιολογικών κύκλων και ισορροπιών. Γίνεται αντιληπτή ως μία συνείδηση του περιβάλλοντός μας. Την ίδια στιγμή αναγνωρίζει την αλληλοεξάρτησή μας από τα οικοσυστήματα που καταστρέφουμε. Η πολιτική χειρονομία της εν λόγω οικολογίας συνίσταται στην τάση να διαφυλάξουμε τα οικοσυστήματα. Για να το εκφράσουμε διαφορετικά, η πολιτική οικολογία αποτελεί το καταφατικό εγχείρημα μίας αλληλεγγύης και της ευθύνης μας απέναντι στον κόσμο, υπό ένα συγκεκριμένο πρίσμα ώστε να μετασχηματίσουμε τη βιόσφαιρα σε οργανισμό».[1]
Αυτή η επίκληση της ευθύνης απέναντι στον κόσμο και συνακόλουθα εντός αυτής η επιβίωση του ανθρώπινου είδους καθιστούν δυσδιάκριτη τη συνέχεια της (νεο-αποικιακής και πατριαρχικής) βίας και καταστροφής από τη μία, και από την άλλη διαμορφώνοντας τα υποκείμενα, συνεισφέρουν στην ανάδυση νέων δυνατοτήτων δημιουργίας υπερ-αξίας για το υφιστάμενο εν-κρίσει-κεφάλαιο.
Κάτι τέτοιο παράγει «την επιθυμία, αυτή τη φορά όχι μόνο να διευρύνουμε τα όρια του καπιταλισμού αλλά να τα καταργήσουμε. Να γίνουμε ανεξάρτητοι από καθετί υλικό, από τις ενεργειακές πηγές, τις πρώτες ύλες, τα σώματα, από τον ίδιο μας το σώμα, αλλά πολύ περισσότερο από τα σώματα των εκμεταλλευόμεων και των καταπιεσμένων, ιδεατά να γίνουμε ανεξάρτητοι από την ίδια τη ζωή και ολόκληρο τον κόσμο. Αυτή η επιθυμία αρθρώνεται πιο ριζικά στα προτάγματα του μετα-ανθρωπισμού (transhumanism) αλλά μπορεί επίσης να βρεθεί και στην πράσινη ιδεολογία και στην ψηφιοποίηση και την αλγοριθμοποίηση που είναι συνδεδεμένες στενά με αυτήν».[2]
Οικολογία και η σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση
Ο μηχανισμός της οικολογίας δεν μπορεί να αναχθεί σε μία κοινωνική ή οικονομική προσέγγιση του περιβάλλοντος, αλλά βασίζεται στον αστικό διαχωρισμό μεταξύ του ανθρώπου και της φύσης που επικράτησε μετά τον Διαφωτισμό. «Το 1886, ο δαρβινιστής Ernst Haeckel δημιούργησε τον νεολογισμό «οικολογία» από τις ελληνικές λέξεις οίκος και λόγος για να περιγράψει το επιστημονικό πεδίο που θα ασχολούνταν με τη μελέτη των φυσικών ενδιαιτημάτων (habitats) των έμβιων όντων […] [δ]εν είναι τυχαίο πως αυτός ο νεολογισμός συγκροτήθηκε από τη ρίζα οίκος. Αν η οικονομία αποτελεί μία επιστήμη της διοίκησης και της διαχείρισης διαμέσου του υπολογισμού, η οικολογία δεν είναι απλώς αυτό που επανασυνδέει τα όντα με το περιβάλλον τους (milieu), αλλά η διαχείριση αυτού που τα συνδέει. Αυτό που διαμορφώνει την οικολογία είναι η πολιτική οικονομία […] Ο Francis Baecon όρισε ως σκοπό της επιστήμης την κυριαρχία πάνω στη φύση για την ευημερία της κοινωνίας»,[3] και για αυτό υπό την προοπτική της αποικιακής και της πατριαρχικής νεωτερικότητας η φύση δεν είναι τίποτα άλλο από μία πηγή προς εκμετάλλευση. Θα μπορούσε να ειπωθεί πως η πραγμοποίηση της φύσης εκ μέρους του Διαφωτισμού γέννησε την οικολογία ως την επιστήμη που παρείχε πρόσβαση στη φύση. Δεν ήταν παρά στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα που η οικολογία εξισώθηκε ευρύτερα με την προστασία της φύσης. Με αυτόν τον τρόπο, η διαφύλαξη της φύσης και των ενδιαιτημάτων αποτέλεσε τον βασικό τρόπο νομιμοποίησης για μία νέα μετάπλαση της οικολογίας ως εκείνης «που συγκροτεί περιβάλλοντα» (η φύση και τα ανθρώπινα όντα ως τμήμα της αποτέλεσαν ένα αλληλοσχετιζόμενο κυβερνητικό σύστημα ή μηχανή), η οποία συνέχισε τη διαδικασία αντικειμενοποίησης και εκμετάλλευσης του Διαφωτισμού υπό μία νέα προοπτική. Κάτι τέτοιο συνεπάγεται πως, εν τέλει, δεν παραμένει παρά ένα πενιχρό υποκείμενο. «Η παγκόσμια κυριαρχία επί της φύσης στρέφεται ενάντια στο ίδιο το σκεπτόμενο υποκείμενο» (Max Horkheimer & Theodor W. Adorno, Διαλεκτική του Διαφωτισμού).
Καταστροφολογία
Εγγεγραμμένη στην εποχή της οικολογίας βρίσκεται η καταστοφολογία σε συνδυασμό με τον τεχνολογικό, καθοδηγητικό και πατριαρχικό λόγο, που νομιμοποιεί τις νέες μορφές κυριαρχίας που πρόθυμα θα υιοθετηθούν από τα οικολογικά υποκείμενα. Γιατί δεν μπορούμε να δεχτούμε αυτό το αναδυόμενο οικολογικό μέλλον ως υπόσχεση. Ακόμα και τα πιο δημιουργικά think tanks δεν μπορούν να αποφύγουν την προετοιμασία για νέες μορφές εξαίρεσης και για πολιτικές ασφαλείας, ενώπιον των αυξανόμενων ακυβέρνητων ζωνών και του γεωπολιτικού ανταγωνισμού για την απαραίτητη εξόρυξη των πόρων και των εναπομείναντων μη καπιταλιστικών ζωνών ζωής.
Εντός των κόλπων της καταστροφολογίας, το παρόν αποτελεί τη μετάβαση από το παρελθόν σε ένα χειρότερο μέλλον στο πλαίσιο της έκλειψης της ανθρωπότητας. Κάτι τέτοιο καθιστά τη διαιώνιση του παρόντος αναγκαία – η πιθανότητα διάρρηξης του παρόντος μοιάζει αδιανόητη με έναν τεχνολογικό φετιχισμό που θα προσφέρει λύσεις, αφού η συνέχιση του παρόντος αποτελεί την ίδια την καταστροφή.
Εντός των οριζόντων της οικολογικής καταστροφολογίας, «η πολιτική οικολογία παρουσιάζεται ως ένα εφιαλτικό “είτε-είτε”: είτε η εξαφάνιση των ειδών είτε η οικολογική ανασύνθεση. Αναφορικά με αυτό, δεν μεταδίδει ποτέ την εμπειρία της καταστροφής αλλά το φάντασμά της. Δεν βρίσκεται ποτέ ενώπιον του αντικειμένου του κινδύνου παρά αποκλειστικά ενώπιον της διακήρυξής του, τη διαμόρφωση της οποίας εντός του καθεστώτος της επιτακτικότητας αποκρύπτει η απουσία του ίδιου του αντικειμένου της –καθότι δεν βρίσκεται ακόμη εκεί– υπό τη μορφή μίας αφηρημένης παρουσίας. Στην πραγματικότητα, η διακήρυξη της καταστροφής απαλείφει την καταστροφή (δεν έχει παρά να την διακηρύξει) και εντός του καθεστώτος του επείγοντος η διακήρυξη συμπλέκεται με την καταστροφή (αν και η τελευταία δεν βρίσκεται ακόμη εκεί). Η εμπειρία της καταστροφής δεν είναι παρά αυτή της διακήρυξης. Η διακήρυξη, λοιπόν, χάνει τo επιδιωκόμενο αντικείμενο. Παρ’ όλα αυτά, ο φόβος γίνεται αισθητός και θα ήταν οδυνηρό να τον αρνηθούμε».[4]
Το να αμφισβητούμε και να απορρίπτουμε την καταστροφολογία σημαίνει επίσης να αμφισβητούμε την ικανότητά μας να δρούμε και να στοχαζόμαστε αναφορικά με εκείνο το πεδίο όπου η αδυναμία μας μάς οδηγεί τόσο σε έναν ακτιβισμό της αυτό-θυσίας όσο και στο ρεφορμισμό. «Απέναντι στην κλιματική ανισορροπία, η διαρκής έκκληση να ακούσουμε τους ειδικούς και η απομόνωση της σκέψης στους θεσμούς της γνώσης μάς επιτάσσει να απεμπλακούμε από τη θεωρία για να εγκλωβιστούμε σε έναν ολοκληρωτικό ακτιβισμό ώστε να δρούμε πάντοτε πιο άμεσα ενώπιον του επείγοντος που τον υπερβαίνει».[5]
Η οικονομία της οικολογίας
Εϊτε παρατηρούμε την έρημο Atacama στο τρίγωνο κοιτασμάτων λιθίου μεταξύ της Αργεντινής, της Βολιβίας και της Χιλής ή το ορυχείο Bayan-Obo, όπου εξορύσσονται τα μέταλλα σπάνιων γαιών για την κατασκευή ανεμογεννητριών και ηλιακών συλλεκτών, το γεγονός πως η νέα μορφή του καπιταλισμού είναι πράσινη όσον αφορά στις δημόσιες σχέσεις της θεωρείται δεδομένο. Επομένως, τα πάντα παραμένουν τα ίδια ή εν τέλει κάτι αλλάζει; Τι σημαίνει πως κάθε μέρος στη γη αποτελεί ένα δυνητικό πεδίο για εγκατάσταση ηλιακών συλλεκτών (όπως στη Σαχάρα) και ανεμογεννητριών ή γεννητριών υδρογόνου (όπως στην Ουκρανία), και άραγε θα απαιτούνται πολύ περισσότερα από αυτά στο μέλλον για να καταστεί η καπιταλιστική ανάπτυξη ανανεώσιμη; Σε κάθε περίπτωση, παρατηρούμε μία εξάπλωση των εδαφικών αγώνων σε περιοχές που καταστρέφονται ώστε ο παγκόσμιος Βορράς να εξυγιανθεί και να καταστεί βιώσιμος. Και όσο και αν απεχθανόμαστε τη γεωπολιτική προσέγγιση του κόσμου, αισθανόμαστε το αποτύπωμα της αναδιευθέτησης των διεθνών σχέσεων στις ζωές μας, είτε με τη μορφή του καπιταλιστικού πολέμου είτε με τη μορφή της καπιταλιστικής ειρήνης.
Σε κάθε περίπτωση, η πράσινη μεταποίηση του καπιταλισμού μοιάζει σε εμάς να αποτελείται από κάτι περισσότερο από την ανταλλαγή ενεργειακών πόρων. Αυτό μας φέρνει εγγύτερα στη σύνδεση μεταξύ της οικολογίας και της ψηφιοποίησης. Μπορούμε ήδη να δούμε στον ορίζοντα τις πράσινες smart (έξυπνες) πόλεις που οργανώνουν τις ζωές υπό ένα οικολογικό παράδειγμα που εκκινεί από την ορθή διανομή των απορριμμάτων και φτάνει έως την αποτελεσματική οργάνωση της κυκλοφορίας. Μέχρι στιγμής, συζητήσαμε πολύ λίγο για τις βιοτεχνολογίες και για τον έλεγχο της αναπαραγωγής. Ποιος διαβεβαιώνει ότι η ανάπτυξη και το marketing των πράσινων τεχνολογιών διαδραματίζει έναν τόσο κεντρικό ρόλο, ποιος πράγματι επενδύει στις μελλοντικές τεχνολογίες για την πρόληψη του ρίσκου, με ποιον τρόπο η σχέση μεταξύ του κράτους, των high-tech εταιρειών, της χρηματιστικοποίησης και της αγοράς μεταβάλλονται;
No future?
Μήπως έχει φτάσει η ώρα να παραιτηθούμε από την απόπειρα να σώσουμε τον κόσμο από την κλιματική κατάρρευση; Κατά βάση όχι επειδή το εν λόγω εγχείρημα είναι ανέλπιδο αλλά επειδή ο προγραμματισμός αυτής της διάσωσης βασίζεται πάντοτε στην κρατική αρχή ή την τεχνολογική εξουσία. Είτε με τη μορφή της περιβαλλοντικής δικτατορίας είτε με τη φουτουριστική μορφή της γεω-μηχανικής, το μόνο πράγμα που επιχειρούν να διαφυλάξουν, συνίσταται στη συνέχιση της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης. Επομένως, ίσως θα έπρεπε να σταματήσουμε να προσποιούμαστε πως μπορούμε ή πως οφείλουμε να σώσουμε αυτόν τον κόσμο και αντίθετα να προσπαθήσουμε να μιλήσουμε για το πώς ζούμε και αγωνιζόμαστε εντός του, όταν τα πάντα γύρω μας καταρρέουν. Ίσως το ίδιο το ερώτημα τού αν επέρχεται ένα τέλος για τον κόσμο ως όλον ή αν όχι να είναι λάθος, και ίσως να έπρεπε να στρέψουμε το βλέμμα μας στην αδυναμία προσαρμογής των καπιταλιστικών θυλάκων εν μέσω των ερημωμένων εδαφών και σε καθεμία από τις παραπάνω περιπτώσεις να αναζητήσουμε τους αναδυόμενους χώρους για τον αγώνα για ελευθερία;
Με μία τέτοια συνειδητή διάψευση των προσδοκιών μας κατορθώνουμε να αποδράσουμε από την παγίδα στην οποία η αριστερή κινητοποίηση μάς έχει τόσο συχνά οδηγήσει; Και υπό αυτήν την έννοια, με ποιον τρόπο κατορθώνουμε να αντιπαρατεθούμε σε μία καπιταλιστική (οικο-)καταστροφή που χρησιμοποιεί το σενάριο του μοιραίου τέλους για την συγκρότηση ψευδών εναλλακτικών;
[1] Ezra Riquelme, L’écologie, économie contre la vie, 2022.
[ https://entetement.com/lecologie-economie-contre-la-vie/ ]
[2] Zeit der Ökologie – Das neue Akkumulationsregime
[ https://inferno.noblogs.org/zeit-der-oekologie/ ]
[3] Ezra Riquelme, L’écologie, économie contre la vie, 2022.
[4] Mohand, Bifurcation dans la civilisation du capital II, 2023.
[ https://entetement.com/bifurcation-dans-la-civilisation-du-capital-ii/ ]
[5] Ό.π.



