Ο Marcello Tarì αποτίει φόρο τιμής στο δάσκαλο, Mario Tronti, που απεβίωσε στις 7 Αυγούστου του 2023. Όλες οι σημειώσεις του κειμένου με δεκαδική αρίθμηση είναι του συγγραφέα. Οι σημειώσεις με λατινική αρίθμηση είναι της μετάφρασης. Σημειώσεις της μετάφρασης υπάρχουν κυρίως σε σημεία του κειμένου που αφορούν θεολογικές έννοιες, με τις οποίες το κοινό στην Ελλάδα δεν είναι εξοικειωμένο και χρειάστηκε να αποδοθούν κάποιες τεχνικές διευκρινίσεις, ώστε να διευκολυνθεί η ανάγνωση. Το ίδιο, με έναν τρόπο, ισχύει και για τις σημειώσεις [i] και [iii].
Mario Tronti: το βασίλειο, αν το θέλουμε
Σε αγάπησα, τώρα φεύγω
Ήμουν κομμουνιστής
Είχα ένα όνειρο, μια ελπίδα
Αντίο αγάπη, αντίο
(Baustelle, L'uomo del secolo [Amen]).
Ο Mario Tronti πέθανε στις 7 Αυγούστου, στο σπίτι του στο Φερεντίγιο, έχοντας συμπληρώσει πρόσφατα τα 92 του χρόνια· μια «ηλικία πατριαρχών» είπε για τα 90ά γενέθλια του Ινγκράο (1), όπως είχε να πει αργότερα για τον εαυτό του, με μια δόση της συνηθισμένης του ειρωνείας, αιχμηρής και γλυκιάς ταυτόχρονα.
Για ένα μεγάλο μέρος του παλιού και νέου κοινού, το όνομά του είναι συνδεδεμένο με το πρώτο και νεανικό του βιβλίο, Εργάτες και Κεφάλαιο, το οποίο εκδόθηκε από τον Einaudi το 1966 (2) και αργότερα ορίστηκε σαν «βίβλος του εργατισμού». Ένα βιβλίο που, όπως κι αν θέλετε να το κρίνετε, σηματοδότησε, κοντά στο ’68, και ειδικά στους μεγάλους εργατικούς αγώνες του 1969, μια σπουδαία ανανέωση αλλά και μια ισχυρή θεωρητική ρήξη στον μαρξισμό του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα, αυτού του σκληρού και δύσκολου αιώνα, στον οποίο έμεινε πάντα πιστός.
Το αρχικό έργο
Σε αυτές τις σελίδες, ο Tronti πραγματοποίησε στην πραγματικότητα τη λεγόμενη «κοπερνίκεια επανάσταση» στην ερμηνεία της κοσμοϊστορικής σύγκρουσης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας: πρώτα έρχεται το εργατικό υποκείμενο και οι αγώνες του, μετά το κεφάλαιο και η ανάπτυξή του· επομένως, στο κόμμα αντιστοιχεί η τακτική, στο εργατικό κίνημα η στρατηγική, ακριβώς αυτή που, σε ένα από τα πιο διάσημα και πυκνά κείμενα συμπερασμάτων, αποκάλεσε «στρατηγική της άρνησης».
Υπήρχε ήδη, με μια πιο προσεκτική εξέταση, σε αυτή την αντιστροφή της προοπτικής, μια πτυχή της ευαγγελικής ριζοσπαστικότητας στην οποία ο Tronti θα αναφερόταν αργότερα ευθέως: οι πρώτοι έσονται έσχατοι και οι έσχατοι έσονται πρώτοι. Ριζική σύγκρουση, οργανωμένη έκφραση της δύναμης των καταπιεσμένων κι όμως σύγκρουση χωρίς βία: «Η σύγκρουση είναι γνώση [...] Η δύναμη είναι το αρνητικό της αντίστασης, η βία είναι το θετικό της επιθετικότητας [...] Η απεργία είναι κατ’ εξοχήν συλλογική απόφαση, δράση που διακόπτει τη δραστηριότητα, είναι ένα ρητό όχι, όχι στη συνέχεια της εργασίας, μη βίαιη πάλη, σύγκρουση χωρίς πόλεμο». Η ταξική σύγκρουση ως εναλλακτική στον πολιτισμό του πολέμου της σφαγής, γιατί είναι «οι μορφές της πάλης [που] αποκαλύπτουν τους στόχους του κινήματος» [3].
Ένας ετερόδοξος κομμουνισμός
Το Εργάτες και κεφάλαιο ήταν ένα πραγματικό σοκ ακόμα και για τη γλώσσα του, το ύφος του και τις θεωρητικές αναφορές του: όλα υλικό ξένο προς την κομμουνιστική ορθοδοξία του καιρού του. Σε μια κουλτούρα στράτευσης, που στην Ιταλία βρισκόταν ακόμα εντός του σταλινικού Diamat [i] εγκλωβισμένη στην τριάδα Croce-Gentile-Gramsci, ο Tronti αντιπαράθεσε την ελπιδοφόρα επίδραση της αρνητικής σκέψης και της κουλτούρας της κρίσης.
Ο Nietzsche και ο Weber μπήκαν με θόρυβο στους τοίχους του εργοστασίου, οι νότες του Mahler «μεταξύ ενός απελπισμένου αντάτζιο και ενός μεγαλοπρεπούς πρέστο» (4) συνόδευαν την πορεία των απεργών εργατών, και η μεγάλη λογοτεχνία της κρίσης, από τον Musil μέχρι τον Mann και τον Dostoyevsky, διαπότιζε ακόμη και την κομματική σκέψη. Όλες οι έννοιες της πολιτικής οικονομίας έγιναν κίνητρο για σύγκρουση και αυτή, από το εργοστάσιο, έφτασε σαν πύρινη λάβα για να επενδύσει ολόκληρη την κοινωνία. Η πολιτική και πολιτιστική επιθεώρηση του ΚΚ Ιταλίας, η Rinascita, το συνέτριψε με φρίκη και τρόμο.
Αλλά η θεωρητικο-πολιτική ιστορία του σίγουρα δεν τελείωσε με αυτό το βιβλίο. Σε αυτές τις γραμμές θα ήθελα, μάλλον, να ανακαλέσω τον Tronti των τελευταίων δεκαετιών, εκείνον που, μετά τη φάση της «αυτονομίας του πολιτικού» της δεκαετίας του ’70 (5), ενός σημαντικού και γενικά παρεξηγημένου βήματος, αποτόλμησε τη μελέτη της πολιτικής θεολογίας, πειραματιζόμενος πρώτα σε μια πρωτοφανή και τολμηρή σύζευξη της θεωρίας που ανέπτυξε ο Carl Schmitt με τη μαρξιστική παράδοση - «Κάρολος (Μαρξ) και Καρλ (Σμιτ)», όπως αναφέρει ένα κεφάλαιο του La politica al tramonto - και στη συνέχεια στην καλλιέργεια μιας πνευματικότητας που εισχωρεί στα βάθη και τα ύψη της Αγίας Γραφής, των Πατέρων της Εκκλησίας και της μοναστικής γραμματείας.
Και τέλος, είναι ο μεσσιανικός κομμουνισμός του Walter Benjamin, ο εσχατολογικός εξεγερτισμός του Ernst Bloch και ο αποκαλυπτικός-επαναστατικός Άγιος Παύλος του Jacob Taubes, που όλοι καλούνται από τον Tronti να προσφέρουν μια ισχυρή διόρθωση τόσο στην αντιδραστική αποκάλυψη της πολιτικής θεολογίας του Schmitt όσο και στην ξηρότητα του υλισμού, είτε διαλεκτικού είτε ιστορικού.
Ήταν, στην πραγματικότητα, σε έναν δημόσιο διάλογο πριν από μερικά χρόνια, σε ένα μικρό θέατρο στη Ρώμη, που ο Tronti είπε, τονίζοντας προσεκτικά τα λόγια του, ότι «τελικά, ο υλισμός είναι μια υπόθεση των αστών». Είναι εντός αυτού του ορίζοντα, πιστεύω, που πρέπει να καταλάβουμε τον αυτοπροσδιορισμό του ως «συντηρητικό επαναστάτη». Ρεαλιστής ναι, υλιστής όχι.
Αποτυχία της επανάστασης και πολιτική θεολογία
Η πολιτική θεολογία σίγουρα του ήρθε από την πρώιμη ανάγνωση που, μεταξύ των πρώτων στην αριστερά, έκανε στον Schmitt και τους μεγάλους συντηρητικούς, και όμως αφορούσε επίσης μια πιο λεπτομερή αξιολόγηση, υπαρξιακού και προσωπικού χαρακτήρα: θα πρέπει να «διορθωθεί» η κατεύθυνση της ιστορίας μέχρι και την υποκειμενικότητα, μιας και «όλος ο Μοντερνισμός ήταν το αντίθετο του Ευαγγελισμού» (6) [ii].
Το 1980, σε μια συζήτηση για την τρομοκρατία, απαντώντας στον Angelo Bolaffi, ο οποίος υποστήριζε ότι το όριο της αριστεράς έγκειτο στο γεγονός ότι παρήγαγε μια θεολογία της επανάστασης, απάντησε, σε μια από τις κλασικές του αποκρίσεις, ότι: «Ακριβώς εξαιτίας της αποτυχίας της επανάστασης στη Δύση, η επανάσταση έγινε θεολογία» (7). Ή, τουλάχιστον, έτσι κατέληξε γι’ αυτόν. Η συντριβή, η αποτυχία, ακόμη και η ταπείνωση, έγιναν πλήρως θεολογικοπολιτικές κατηγορίες και στη συνέχεια μεταμορφώθηκαν σε κάτι άλλο.
Για τον Tronti των χρόνων μεταξύ των δύο χιλιετιών, η θεολογική διάσταση, από σύμπτωμα και απόπειρα αντίδρασης σε μια ιστορική καταστροφή, έπρεπε να αντιστοιχεί στην ανάγκη για υποκειμενική αντίσταση, παραδόξως εκφρασμένη μέσω της εμβάθυνσης στην κρίση. Διότι ο ίδιος ο χριστιανισμός, το Ευαγγέλιο, είναι η «κρίσις» [iii], με την πιο αληθινή έννοια της επιλογής και της απόφασης. Κρίση της υποκειμενικότητας, κρίση της ιστορίας, κρίση του «κόσμου». Αλλά, κυρίως, κρίση επαναστατική, γιατί βιώνεται για -και με- τους τελευταίους, τους στερημένους, τους καταπιεσμένους, τους ταπεινωμένους και λοιδωρημένους· το μέρος της ανθρωπότητας στο οποίο ο Tronti πάντα ένιωθε οικεία να «ανήκει», με την στρατευμένη άποψη ότι πρέπει να παλέψει, ξανά και ξανά ενάντια στην ολότητα «αυτού του κόσμου», όπως είναι: άδικος, βίαιος, εγωιστικός, μηδενιστής, ατομικιστικός.
Ο καπιταλισμός, για τον Tronti, δεν ήταν πλέον μόνο ένας μισητός τρόπος παραγωγής, υπερασπιζόμενος από ένα εξίσου απεχθές ιδεολογικο-πολιτικό σύστημα, αλλά μια ιλιγγιώδης ανθρωπολογική κατασκευή, μια ιδέα και μια πρακτική καταστροφική, για τη Γη και το Άτομο, που εγκαταστάθηκε στις ψυχές, διέφθειρε τα πνεύματα, υπονέμευσε την ικανότητα να διακρίνεις το καλό από το κακό. Δεν επρόκειτο πια, γι’ αυτόν, ζήτημα κρίσης του τρόπου παραγωγής ή των ταξικών σχέσεων, είτε και της πολιτικής ως διαχείρισης των κρατικών υποθέσεων, αλλά για μια κάθετη «κρίση του πολιτισμού».
Το πρόβλημα του μαρξισμού, έλεγε ο Tronti, ήταν ακριβώς ότι δεν ήταν σε θέση να προτείνει μια ανθρωπολογία στο ύψος των καιρών και στην πρόκληση που ο ίδιος έθεσε. Και είναι επίσης με αυτή την έννοια που πρέπει να κατανοήσουμε τον αδιάκοπο θρήνο του, σαν ανοιχτή πληγή, για τη σύγκρουση που υπήρχε, και θεωρούσε παράλογη, μεταξύ κομμουνιστικού κινήματος και χριστιανισμού, καταλήγοντας σε συμπεράσματα πολύ κοντά σε εκείνα του πατέρα Turoldo, ενός ανθρώπου, μοναχού, παρτιζάνου και ποιητή, για τον οποίο μοιραζόμασταν μεγάλο πάθος, που είχε γράψει κάποτε: «Ο κομμουνισμός θα μπορούσε να είναι η πραγματική επανάσταση των φτωχών· υπό έναν όρο, να μην προδοθεί αυτός ακριβώς ο νόμος της φτώχειας. Αντίθετα, όλα απέτυχαν οίκτρα. Δεν λήφθηκε υπόψη το cupido rerum [iv], η δυνατότητα της αμαρτίας [...] με τη σκέψη να υπάρξει κομμουνισμός ανεξάρτητα από τη δύναμη της θρησκείας, όταν η ουσία της αληθινής θρησκείας είναι “να κρατηθείς καθαρός από αυτόν τον κόσμο”» (8).
Αλλά η αποδοχή του θεολογικο-πολιτικού παραδείγματος επέτρεψε, επίσης, την αποκάλυψη μιας ανομολόγητης αλήθειας, για πολλούς αγωνιστές της αριστεράς: αν, με τον Schmitt, θεωρήθηκε ότι «όλες οι έννοιες της θεωρίας του κράτους είναι εκκοσμικευμένες θεολογικές έννοιες», τότε, ακολουθώντας μια μπενγιαμινική διατύπωση, είναι επίσης αλήθεια ότι «όλες οι έννοιες της επαναστατικής θεωρίας είναι εκκοσμικευμένες θεολογικές έννοιες», όπως γράφαμε σε ένα κείμενο του 2020 με τίτλο Ξενιτειά. Στοχασμός και μάχη (9).
Το άρθρο αυτό προοριζόταν να ανοίξει ένα μικρό ερευνητικό κύκλο μέσω του οποίου, με τη συμβολή και άλλων φίλων, θελήσαμε να δοκιμάσουμε να σκεφτούμε εκ νέου την «καταγωγική» σχέση μεταξύ χριστιανισμού και κομμουνισμού, κυρίως διαμέσου εκείνης της μοναστικής παράδοσης που ενέπνευσε εκ βαθέων τον τροντιανό στοχασμό τις τελευταίες δεκαετίες και την ίδια τη ζωή του, όπως διασταυρώθηκε στη φιλία του με τον μοναχό του τάγματος των Camaldolese [v], πατέρα Benedetto Calati, και τον Enzo Bianchi, μαζί με τις κοινότητές τους.
Ο κομμουνισμός ως μορφή ζωής
«Καταγωγική» επειδή, το έχουμε συζητήσει πολύ τα τελευταία χρόνια, ο Tronti ήταν τελικά πεπεισμένος ότι ο κομμουνισμός δεν μπορεί να αναχθεί στον μαρξισμό, που όντως παραμένει ένα σημαντικό επεισόδιο του, αλλά ότι έχει ένα πολύ ευρύτερο ιστορικό βάθος και μια υπερβατική διάσταση που μαγνητίζει, αναδεικνύοντας μια «μορφή ζωής» που στοχαζόμαστε στις φωτεινές γραμμές των Πράξεων των Αποστόλων [vi] και μπορούμε στη συνέχεια να ακολουθήσουμε κατά μήκος του νήματος της αντι-ιστορίας των φτωχών και των καταπιεσμένων: «Το ότι η ιδέα του κομμουνισμού έχει να κάνει με το χριστιανισμό των πρώτων χρόνων, είναι ένα γεγονός που το κομμουνιστικό κίνημα του εικοστού αιώνα δε συλλογίστηκε. Είναι ένα σοβαρό έλλειμμα» (10). Και άλλωστε, αυτός είναι ίσως ο μόνος τρόπος για να σωθεί το πνεύμα του κομμουνισμού από τη μηδενιστική λήθη στην οποία «αυτός ο κόσμος», η ιστορία των νικητών, προορίζει τους ανταγωνιστές του.
Αλλά τότε, ενώ από τη μία, η πολιτική θεολογία αφορά τις θεμελιώδεις κατηγορίες της σύγχρονης πολιτικής, το Κράτος και τις συγκρούσεις για την εξουσία - ας πούμε, για να το απλοποιήσουμε, τις κατηγορίες του «τι να κάνουμε» - από την άλλη, αυτή η αποκάλυψη των θεολογικών ριζών του κομμουνισμού σημαίνει να στρέψουμε το βλέμμα στο θέμα της πνευματικότητας, δηλαδή στο «τι να κάνουμε», ή μάλλον στο «πώς να ζήσουμε» εδώ και τώρα, ίσως ηττημένοι, όπως ο Tronti ο ίδιος παραδέχτηκε χωρίς περιστροφές, αλλά χωρίς ποτέ να απαρνηθούμε την αρχαία υπόσχεση της απελευθέρωσης.
Εν ολίγοις, το θέμα της πνευματικότητας ως μορφής ζωής, διότι αυτό τελικά ήταν σύμφωνα με τον Tronti ο κομμουνισμός για πολλούς της γενιάς του: ένας τρόπος ύπαρξης, πριν καν από τη θεωρία ή το όνειρο ενός εναλλακτικού θεσμού. Σε μια ανταλλαγή επιστολών, που είχαμε γύρω από ένα κείμενό μου για την πνευματικότητα (11), έγραφε: «Κατά βάθος, μ’ έναν τρόπο, η civitas Dei [η πολιτεία του Θεού], σε αντίθεση με την civitas hominis [την πολιτεία των ανθρώπων], κι ως τώρα του τελευταίου ανθρώπου, είναι ακόμα εκεί και περιμένει τη δύναμη του πνεύματος που υπόσχεται να την πραγματώσει. Ο νέος άνθρωπος είναι λοιπόν αυτή η εμπρόθετη δύναμη δημιουργίας, όχι το τελικό προϊόν της πραγμάτωσης».
Ακόμα περισσότερες αντιστροφές προοπτικής: πρώτα η δύναμη του πνεύματος, μετά η πραγμάτωση· πρώτα ο νέος άνθρωπος, μετά οι δομές. Το αντίθετο αυτού που έκαναν οι επαναστάσεις του παρελθόντος. Στις οποίες αρχικά, έλεγε ο Turoldo, υπάρχει πάντα η ισχυρή αποδιοργανωτική παρουσία του Πνεύματος, αλλά οι επαναστάτες δεν ήξεραν ή δεν ήθελαν να τον ακολουθήσουν και έτσι χάθηκαν στην πίστη ότι ο νέος άνθρωπος πρέπει να είναι το αποτέλεσμα των μονάδων παραγωγής, όπως τραγουδούσαν οι C.S.I. (Consorzio Suonatori Indipendenti): «Μπολσεβίκικο Όνειρο Τεχνολογικό / Άθεη Μυστικιστική Μηχανική / Αυτόματη Μηχανή – χωρίς ψυχή» (C.S.I., Unità di produzione, 1998).
Καλλιέργεια της πνευματικότητας
Στην πραγματικότητα, αν μείνουμε σε αυτό που έγραψε ο Tronti, η ίδια η πολιτική θεολογία είναι υπόθεση του παρελθόντος (12), είναι ανάγκη να τη μελετήσουμε και να τη χρησιμοποιήσουμε για να συλλάβουμε τη σύνδεση μεταξύ «πολιτικής και υπερβατικότητας» (13), αλλά χωρίς ψευδαισθήσεις για το παρόν. Επομένως, αυτό που αντίθετα μένει να κάνουμε επειγόντως είναι η καλλιέργεια μιας ισχυρής πνευματικότητας και να στοχεύσουμε ίσως προς μια άλλη ήπειρο, εκείνη του «μυστικισμού και της πολιτικής» που ο ύστερος Tronti ανακαλούσε συχνά, ακόμα και μέσω σύγχρονων συγγραφέων όπως ο ινδο-καταλανός θεολόγος Raimon Panikkar, τον οποίο γνώρισε με τη μεσολάβηση της κόρης του, Antonia, που για τον Panikkar είναι βαθιά γνώστρια (14).
Τον αναφέρει ως παράδειγμα σε ένα συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στη Ρώμη το 2006, στο οποίο προσπάθησε να εξηγήσει τι είναι γι’ αυτόν η «πνευματικότητα»: «Τώρα, η πνευματικότητα έχει μια μακρά ιστορία. Μας έρχεται από πολύ μακριά. Ο Panikkar μιλάει για εκείνη την τρίτη αίσθηση, η οποία είναι - λέει - σαν μια, περισσότερο ή λιγότερο καθαρή, έκλαμψη συνειδητοποίησης πως υπάρχει κάτι περισσότερο στη ζωή από αυτό που αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις ή κατανοεί ο νους (...) δεν είναι μια οριζόντια επέκταση προς αυτό που δεν γνωρίζουμε ή δεν είμαστε ακόμα, είναι μάλλον ένα κάθετο άλμα προς μια άλλη διάσταση της πραγματικότητας (...) Το να είσαι πάνω στη γη πηγαίνοντας προς τα πάνω, δηλαδή να μην είσαι σκυμμένος κάτω από κάτι. Το οποίο είναι τότε η συνθήκη του να είσαι ελεύθερος (...) Κι όμως, αυτή η συγκρουσιακότητα της πνευματικότητας - γιατί γι’ αυτό μιλάω, για τη συγκρουσιακότητα της πνευματικότητας - πιστεύω ότι είναι δυνατόν να τη βρούμε περισσότερο και καλύτερα στην παράδοσή μας, την ιουδαιοχριστιανική παράδοση (...) Η θέση μου είναι η εξής: η πνευματικότητα είναι μια ιδιόλεκτος της κρίσης» (15).
Αντί να συνεχίσει να επεκτείνει μηδενιστικά την εκκοσμίκευση των θεολογικών εννοιών, ο Tronti έμοιαζε προσηλωμένος στην αντίθετη κατεύθυνση, δηλαδή στη θεολογικοποίηση των εκκοσμικευμένων εννοιών του πολιτικού, όπως ορθά έχει επισημάνει ο, Σουηδός φιλόσοφος και θεολόγος, Mårten Björk (16).
Εξάλλου, ήταν ο ίδιος ο Tronti που το 1992, σε ένα δοκίμιο με το χαρακτηριστικό τίτλο «Πέρα από το φίλο-εχθρό», έγραφε: «Θα πρέπει να αναλάβουμε, σαν φιλοσοφία του μέλλοντος, το έργο μιας θεολογικοποίησης των εκκοσμικευμένων εννοιών; Είναι ένα πρόβλημα της σκέψης πάνω στο πολιτικό, αλλά και της πρακτικής του πολιτικού. Ίσως χρειάζεται να επιστρέψουμε στη διάκριση μεταξύ «νέων ουρανών» και «νέας γης». Χρειάζεται να βρούμε το θάρρος να ξαναπροτείνουμε το ουτοπικό «βασίλειο» ενός άλλου κόσμου, από ανθρώπους και για ανθρώπους» (17).
Οι καιροί του Bailamme
Στην πράξη, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα εργαστήρια σκέψης που ο Tronti βοήθησε να προετοιμαστούν, στο γύρισμα μεταξύ των δεκαετιών του 1980 και του ’90, μαζί με πιστούς και μη, ήταν αυτό toy περιοδικού Bailamme [Αναταραχή], που έφερε ως προγραμματικό υπότιτλο όχι «επιθεώρηση για τη θεολογία και την πολιτική» αλλά «για την πνευματικότητα και την πολιτική» (18).
Μπορείτε να εκτιμήσετε τη διαφορά. Όπου είναι σημαντικό ακόμα κι αυτό το και, που στέκεται εκεί στη μέση, ας πούμε σαν μια ενδεχόμενη σύνδεση αλλά και μια ενδεχόμενη σύγκρουση, μια ένταση που δεν μπορεί ποτέ να επιλυθεί πλήρως και η οποία, ακριβώς γι’ αυτό, είναι ικανή να γεννήσει διαφορετική σκέψη ή ακόμα και να προσανατολίσει μια ζωή και να της δώσει σχήμα (19).
Ως εκ τούτου, υπάρχουν δύο πεδία: όχι αντιπαραθετικά, αλλά μάλλον στενά συνδεδεμένα, αν και διαφορετικά. Από τη μια πλευρά, αυτό του θεολογικο-πολιτικού, της έρευνας για την εξουσία και τις μορφές σύγκρουσης γύρω από αυτήν, χωρίς ποτέ να ξεχνάμε την υπερβατική διάσταση που ανακινεί και φωτίζει το όλον. Από την άλλη, αυτό της πνευματικότητας ως «πανοπλία» [armatura] της υποκειμενικότητας ενάντια στη θρησκεία του Εγώ που διαφημίζεται από τον υπαρξιακό φιλελευθερισμό, ως ορμή της ελευθερίας του πνεύματος μέσα και ενάντια στην κοσμική έρημο, ως εκείνη της ελπίδας ενάντια σε κάθε ελπίδα που σε κομματιάζει ως το κόκκαλο, ως χειροπιαστή ουτοπία ενός άλλου κόσμου, εκείνου που «καθίσταται εφικτός (...) μόνο όταν γίνεται αναγκαίος» (20). Γι’ αυτό μιλάει το τελευταίο μεγάλο βιβλίο του, για το οποίο νοιαζόταν πολύ, Dello spirito libero [Για το ελεύθερο πνεύμα], στο οποίο αξίωνε την επιλογή μιας πνευματικότητας «όχι για τον εαυτό σου, αλλά ενάντια στον κόσμο [...] Το να είσαι σε ειρήνη με τον εαυτό σου σημαίνει να μπεις σε πόλεμο με τον κόσμο» (21).
Και μιας και μιλάμε για ελπίδες, σε ένα από τα πιο όμορφα πρόσφατα κείμενά του (22), ο Tronti έδωσε τελικά τον δικό του ορισμό για την πολιτική θεολογία, τον οποίο πιστεύω ότι αξίζει εδώ να θυμηθούμε και να στοχαστούμε: «Στο Magnificat [vii] διαβάζουμε: Γκρεμίστε τους ισχυρούς, υψώστε τους ταπεινούς. Εδώ είναι το θεολογικό. Πώς να γκρεμιστούν οι ισχυροί, πώς να υψωθούν οι ταπεινοί. Εδώ είναι το πολιτικό». Ακόμα μια φορά: το Πνεύμα εμπνέει και καθοδηγεί, το πολιτικό ακολουθεί και προσπαθεί να εργαστεί για την πραγμάτωση του βασιλείου.
Θεολογία της Απελευθέρωσης
Μου είπε ότι θα έπρεπε να ασχοληθούμε και να εμβαθύνουμε τις γνώσεις μας στη θεολογία της απελευθέρωσης, διότι, όπως έγραψε, «εκεί υπάρχει πράγματι μάχη». Και έτσι: περισυλλογή - κοιτάζοντας προς τους πατέρες της ερήμου - και μάχη – κοιτάζοντας προς τα ευαγγελικά οδοφράγματα του Παγκόσμιου Νότου.
Η αμφιβολία του, την οποία συμμερίζομαι, ήταν αν μπορούσε να φυτευτεί ένας λόγος όπως αυτός της θεολογίας της απελευθέρωσης σε εμάς, στη Δύση, όπου οι φτωχοί, οι έσχατοι, ως υποκείμενο, είναι «όχι μόνο μη αναγνωρισμένοι, αλλά και μη αναγνωρίσιμοι, για τον σκοπό, όπως λέγαμε κάποτε».
Αυτή η αορατότητα των έσχατων, την οποία πιστεύω πως άρχισε να αναγνωρίζει χάρη στην έντονη φιλία που είχε με τον ιησουίτη Pio Parisi, τον άγγιξε βαθιά (23). Είναι απαραίτητο να είμαστε σε θέση να «βλέπουμε πιο πέρα», και μάλιστα στην τελευταία δημόσια παρέμβασή του τον περασμένο Ιούνιο, παραφράζοντας τον κατά Ιωάννη Ιησού (9:39), εξέφρασε έτσι την ελπίδα του, ταυτόχρονα και σαν μια προτροπή για αγώνα: «οι μη βλέποντες θα δουν και οι βλέποντες τυφλοί θα γίνουν» (24).
Ο Gigi Roggero, που στην τελευταία αυτή συνάντησης ήταν ο διοργανωτής, γράφει ότι σε αυτή τη φράση υπάρχει «ένας Ιησούς που δε γυρίζει το άλλο μάγουλο. Ένας Ιησούς πολύ μπενγιαμινικός, ο οποίος αγωνίζεται για να εκδικηθεί το παρελθόν. Ένας Ιησούς που χωρίζει τον κόσμο στα δύο. Πλούσιοι και φτωχοί, για τον χριστιανισμό των αρχών. Εργάτες και κεφάλαιο, για εμάς. Φίλος και εχθρός, στο λεξικό του ρεαλισμού» (25).
Πιστεύω ότι σε αυτό το σχόλιο αντηχεί μια χιλιαστική πτυχή, πράγματι παρούσα σε κάποιο Tronti - πτυχή που, οφείλω να πω, εγώ ο ίδιος έχω καλλιεργήσει εδώ και καιρό - και επομένως μια ανυπομονησία, επομένως ένας πειρασμός, σύμφωνα με τον οποίο ο τελικός διαχωρισμός δεν είναι, όπως στο Ευαγγέλιο και όπως είπε στην πραγματικότητα ο Benjamin (26), στα χέρια του Μεσσία, αλλά εκκοσμικεύεται· κι έτσι πρέπει να γίνει, εδώ και τώρα με τα ίδια μας χέρια, και τόσο το χειρότερο, αν μαζί με τα ζιζάνια ξεριζωθεί και σιτάρι.
Το μυστήριο μιας ζωής
Κι όμως, ο Mario Tronti, όπως κάθε ανθρώπινη ζωή, είναι ένα μυστήριο, και υπήρχε και μια διαφορετική ένταση μέσα του, σώμα-με-σώμα με τον Λόγο, μέσω του οποίου πιστεύω ότι αισθανόταν πως η τελευταία, αληθινή κι οριστική επανάσταση, η μεγάλη εσχατολογική διαίρεση, η «ολική ρήξη» όπως το έθεσε ο Bonhoeffer, δεν είναι στις δυνατότητές μας κι ότι, αντίθετα, τώρα ίσως είναι στο χέρι μας να μετακινήσουμε αυτή τη «φωτιά που καίει στο μυαλό», και πάντα μας έφερνε στη μάχη, για να την κάνουμε να καίει στην καρδιά, καθώς στρέφουμε το βλέμμα μας προς τα πάνω, αγωνιζόμενοι, φυσικά, να επισπεύσουμε την έλευση της βασιλείας· αλλά είναι μια βιασύνη που δεν αντιστοιχεί στην επιβολή μας στον κόσμο, σε μια εκτόνωση της θέλησης για εξουσία, αλλά στη δύναμη και την ένταση της επιθυμίας μας.
Σε εκείνο το άρθρο που γράψαμε με τέσσερα χέρια, στη φράση «ένα βασίλειο, μας ανακοινώθηκε, που είναι ήδη ανάμεσά μας», ήταν το δικό του χέρι που πρόσθεσε «αν το θέλουμε». Είναι κάτι που έχει να κάνει με τη μεταστροφή της καρδιάς και την επιθυμία για μια θεία κοινωνία του πνεύματος, από την οποία προκύπτει μια πολιτική.
Έτσι τουλάχιστον αντιλαμβάνομαι τα λόγια που μου έγραψε πριν δύο χρόνια: «Αν καταλαβαίνω σωστά, η κατεύθυνση του ταξιδιού διαμορφώνεται με την έννοια του να επιστρέφεις στους συνδυασμούς, μέσα και ενάντια σε όλες τις επαναλήψεις της ιστορίας, της ελευθερίας και του κομμουνισμού. Ελευθερία του πνεύματος για να αντισταθείς στον κόσμο, κομμουνισμός των πνευμάτων για να ανέλθεις στο βασίλειο». Είναι ενδιαφέρουσα η επιλογή του ρήματος «ανέρχεσθαι». Αλλά είναι σωστή, διότι η βασιλεία Του δεν είναι «αυτού του κόσμου» και προς τα πάνω είναι η κατεύθυνση της ελευθερίας.
Τόσα πολλά ακόμα χρειάζεται να ειπωθούν και θα έρθει ο καιρός, αλλά τώρα, ακριβέ μου Mario, ενώ εμείς συνεχίζουμε να βλέπουμε τα πράγματα «per speculum in aenigmate» [viii] και έτσι ετοιμαζόμαστε να φάμε χώμα ακόμα μια φορά, ίσως εσύ ήδη τα βλέπεις και τα γνωρίζεις και τα αγαπάς «facie ad faciem» [ix] στην θεία κοινωνία των πνευμάτων. Ας είναι, λοιπόν.
Ο Marcello Tarì είναι συγγραφέας και μεταφραστής. Έχει ασχοληθεί με τα ιταλικά ανταγωνιστικά κινήματα και την πολιτική θεωρία. Έργα του: Il ghiaccio era sottile (DeriveApprodi, 2012) και Non esiste la rivoluzione infelice. Il comunismo della destituzione, (DeriveApprodi, 2017). Τα τελευταία χρόνια η έρευνά του αφορά την πνευματικότητα και την πολιτική του ευαγγελικού ριζοσπαστισμού. Με τον φίλο και δάσκαλό του Mario Tronti, διατηρούσε, από το 2020 έως το 2022, τη στήλη Xeniteia. Στοχασμός και μάχη (Xeniteia › contemplazione e combattimento)
Δημοσιεύτηκε στο Settimana News, στις 23 Αυγούστου 2023, στα ιταλικά
Αναδημοσιεύτηκε στο Ill Will, στις 20 Νοεμβρίου 2023, στα αγγλικά
Για τη μετάφραση χρησιμοποιήθηκε το αρχικό κείμενο
10.04.2024
Μανώλης Ψ. (Manolis Psi)
Σημειώσεις
(1) "L'età dei patriarchi" στο Mario Tronti, Non si può accettare, επιμέλεια Pasquale Serra, Ediesse, Ρώμη 2009, σ. 133-141.
(2) Πρόσφατα επανεκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο DeriveApprodi.
(3) M. Tronti, La politica al tramonto, Einaudi, Τορίνο 1998, σσ. 58-59.
(4) M. Tronti, Πολιτική και μοίρα, Luca Sossella, Ρώμη 2006, σ. 19.
(5) M. Tronti, Sull'autonomia del politico, Feltrinelli, Μιλάνο 1977.
(6) M. Tronti, La politica al tramonto, ό.π., σ. 10.
(7) Horst Mahler, Per la critica del terrorismo. Con un confronto tra G. Amato, A. Bolaffi, S. Rodotà, M. Tronti, De Donato, Bari 1980, σ. 116.
(8) David Maria Turoldo, La profezia della povertà, Servitium, Μιλάνο 2012, σσ. 31-32.
(9) Το κείμενο δημοσιεύτηκε σε δύο site που δεν είναι πλέον online (dellospiritolibero.co.uk και quieora.ink), και είχε μεγάλη διεθνή απήχηση.
(10) «Δοκίμιο με τη μορφή συνέντευξης με τον Mario Tronti» στο La rivoluzione in esilio. Scritti su Mario Tronti, επιμ. Andrea Cerutti και Giulia Dettori, Quodlibet, Macerata 2021, σ. 349. Το βιβλίο αυτό είχε εκδοθεί με αφορμή τα 90ά γενέθλια του Tronti.
(11) Marcello Tarì, Prima viene lo spirito, https://www.altraparolarivista.it/2022/01/22/prima-viene-lo-spirito-marcello-tari/.
(12) M. Tronti, Nostro Maestro Eckhart, da Agostino, στο M. Tronti, Cenni di Castella, Cadmo, Fiesole 2001. «Υπήρξε πολιτική θεολογία. Πολιτική θεολογία δεν υπάρχει. Με την κάλυψη και τη χρήση, συνειδητά, των κατηγοριών του πολιτικού ως εκκοσμικευμένων θεολογικών εννοιών, διδαχθήκαμε πολλά. Αλλά πρόκειται και για μια περασμένη εποχή. Και μάλιστα, περασμένη εδώ και καιρό», σσ. 161-162.
(13) «Perché Teologia politica» στο M. Tronti, Dell'estremo possibile, επιμ. Pasquale Serra, Ediesse, Ρώμη 2011, σσ. 83-87, σ. 86.
(14) Είναι χρήσιμο εδώ να σημειώσουμε τη διάλεξη που ο Tronti έδωσε στην εκκλησία San Gregorio al Celio, στις 9 Μαΐου 2021, για τους «Μοναστηριακούς Διαλόγους», την οποία διοργάνωσαν η Antonia Tronti και ο Don Mario Zanotti και η οποία εκείνη τη χρονιά αφορούσε το βιβλίο του Raimon Panikkar, Beata semplicità. La sfida di scoprirsi monaco, Cittadella, Assisi 2007. Η διάλεξη, με τίτλο «Ο μοναχός ανάμεσα στην ιστορία και την αντι-ιστορία», μπορεί να ακουστεί εδώ.
(15) «Lo spirito che disordina il mondo» (16 Νοεμβρίου 2006) στο M. Tronti, Il demone della politica. Anthologia di scritti (1958-2013), επιμ. M. Cavalleri, M. Filippini και J.M.H. Mascat, il Mulino, Bologna 2017, σ. 618 και σ. 619. Το κείμενο αυτό συγκεντρώθηκε από τον Tronti, με διαφορετικό τίτλο, στο έργο του Dello spirito libero. Frammenti di vita e di pensiero, Il Saggiatore, Μιλάνο 2015.
(16) Mårten Björk, Η θεολογικοποίηση του πολιτικού. Ο Mario Tronti και ο αγώνας ενάντια στην ιστορία, στο La rivoluzione in esilio, ό.π., σσ. 231-248.
(17) M. Tronti, Con le spalle al futuro. Per un altro dizionario politico, Editori Riuniti, Ρώμη 1992, σ. 26.
(18) Αρκετά από τα άρθρα του που δημοσιεύτηκαν στο Bailamme, επανεκδόθηκαν αργότερα στο Con le spalle al futuro.
(19) Μου έγραψε σχετικά: «Ας επιμείνουμε σε αυτό το “και” μεταξύ πολιτικής και πνευματικότητας».
(20) M. Tronti, Dello spirito libero, ό.π., σ. 219.
(21) Ό.π., σσ. 226-227.
(22) M. Tronti, Disperate speranze: https://centroriformastato.it/disperate-speranze/
(23) Ο Tronti μίλησε αρκετές φορές για τον Pio Parisi σχετικά με τους «αόρατους», για παράδειγμα στην Εισαγωγή του τόμου που επιμελήθηκε το Centro Studi per la Riforma dello Stato, La teologia di San Paolo può interessare il politico?, Franco Angeli, Μιλάνο 2021. Για τον Parisi και έναν άλλο Ιησουίτη, τον Pino Stancari, λέει στη σ. 19: «Τους ονομάζω υπαρκτούς αόρατους [...] οι άνθρωποι που δεν μπορείς να δεις είναι οι μόνοι με τους οποίους αξίζει να έχεις μια ανθρώπινη σχέση διαλόγου, γιατί όλοι όσοι μπορείς να δεις έχουν χαθεί». Για τους «αόρατους», ο Tronti έχει πει ακόμα: «Είναι από τις προσωπικότητες που παλεύουν με τον κόσμο και που ο κόσμος τους ξεπληρώνει με το να μην τους γνωρίζει ή να μην τους αναγνωρίζει. Οι δικτατορίες, ωμά, τους χτυπούν. Οι δημοκρατίες, διακριτικά, τους αγνοούν», στο M. Tronti, Non si può accettare, ό.π., σ. 36. Προσωπικά έλαβα γνώση της εμπειρίας του Pio Parisi και του Pino Stancari μέσω μιας άλλης «αόρατης», της Maria Luisa Matera.
(24) Πρόκειται για το διάλογο μεταξύ του Tronti και του φιλοσόφου Adelino Zanini, που έλαβε χώρα στο Φεστιβάλ του DeriveApprodi, τον Ιούνιο του ’23. Το βίντεο της συνάντησης, το οποίο συνιστώ ανεπιφύλακτα να παρακολουθήσετε, μπορείτε να το βρείτε εδώ.
(25) Gigi Roggero, In guerra col mondo. Per Mario Tronti: https://www.machina-deriveapprodi.com/post/in-guerra-col-mondo-per-mario-tronti .
(26) «Μόνο ο ίδιος ο Μεσσίας ολοκληρώνει κάθε ιστορικό γεγονός και ακριβώς με την έννοια ότι μόνο αυτός λυτρώνει, πραγματώνει και δημιουργεί τη σχέση του με το μεσσιανικό καθ’ αυτό». Αυτή είναι η πρώτη και ωμή πρόταση στο «Θεολογικοπολιτικό Απόσπασμα», στο Walter Benjamin, Il concetto di critica nel romanticismo tedesco. Scritti 1919-1922, Einaudi, Τορίνο 1982, σ. 171. [Σ.τ.Μ.: για τη μετάφραση χρησιμοποίησα το: W. Benjamin, Reflections, μτφρ. Edmund Jephcott, Schocken Books, New York, 1986, σ.312]
[i] Διαλεκτικός υλισμός· λενινιστικός νεολογισμός του 20ου αιώνα, περίπου σαν εννοιακή σύνθεση του ιστορικού υλισμού του Μαρξ και της διαλεκτικής του Hegel.
[ii] Εδώ εννοείται η αναγγελία της απελευθέρωσης των ανθρώπων, η οποία ξεκινάει με το νέο του ερχομού του Μεσσία.
[iii] Krisis, στο πρωτότυπο
[iv] Από λατινικά, σε ελεύθερη μετάφραση: Το πάθος για τα πράγματα. Εννοείται το πάθος για τις υλικές απολαύσεις, το οποίο –κατά την έννοια που ακολουθείται εδώ – οδηγεί στην εξάρτηση από τις υποδομές του τεχνικού κόσμου και την κοινωνική παραγωγή του κεφαλαίου.
[v] https://en.wikipedia.org/wiki/Camaldolese & https://rb.gy/kcxuku
[vi] Το 5ο από τα 27 βιβλία της Καινής Διαθήκης, γραμμένο από το Λουκά (και διαφορετικό από το Ευαγγέλιό του), το οποίο περιγράφει τη ζωή και τη δράση της αρχαίας εκκλησίας αμέσως μετά την Ανάσταση και βασικά μετά την «ανάληψη του Ιησού». Περιγράφει, δηλαδή, κατ’ ουσίαν, τη ζωή και τη δράση στις πρωτοχριστιανικές κοινότητες.
[vii] Το Magnificat, στην καθολική εκκλησιαστική παράδοση, είναι ύμνος, γνωστός και ως Άσμα της Μαρίας ή Προσευχή της Μαρίας. Στην ορθόδοξη παράδοση είναι η Ωδή της Θεοτόκου, η 9η από τις ωδές της Θεοτόκου, η οποία ψάλλεται κατά το τέλος, περίπου, του Όρθρου, όταν εμφανίζεται στον ανατολικό ορίζοντα η αυγή. Η σημασία της προσευχής, τόσο για την καθολική όσο και για την ορθόδοξη εκκλησία, φαίνεται στο παρακάτω απόσπασμα: «Διότι, όπως η αυγή διώχνει το σκοτάδι της νύχτας και προμηνύει την γλυκύτατη ημέρα και φέρνει στον κόσμο τον αισθητό ήλιο, έτσι και η Θεοτόκος, η μυστική αυγή, αφού έδιωξε το σκοτάδι της ειδωλολατρίας και αμαρτίας, προμήνυσε την νοητή ημέρα των ψυχών και έφερε στους ανθρώπους τον μυστικό Ήλιο της Δικαιοσύνης» (Νικόδημος ο Αγιορείτης, Η ωδή της Θεοτόκου)
[viii] Λατινική φράση που σημαίνει «βλέπομεν ἄρτι δι’ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι» (δηλαδή, «Βλέπουμε τώρα σαν διά κατόπτρου και θολά»), η οποία προέρχεται από την πρώτη Επιστολή του Αποστόλου Παύλου προς Κορινθίους (Προς Κορινθίους Α' 13:12). Η φράση αφορά τη κατανόηση του Θεού που έχουμε όταν είμαστε ζωντανοί, με την έννοια ότι θα ξεκαθαρίσει μόνο μετά το θάνατο. Την ίδια έννοια πραγματεύεται και η ομότιτλη ταινία του Ingrid Bergman, το 1961 (Μέσα από το σπασμένο καθρέφτη - Såsom i en spegel), αν χρειάζεστε μια διαφορετικού τύπου ερμηνεία.
[ix] Είναι η συνέχεια της παραπάνω φράσης στην επιστολή του Αποστόλου Παύλου προς Κορινθίους Α’, επίσης στα λατινικά. Κυριολεκτικά σημαίνει «πρόσωπο με πρόσωπο». Η πλήρης φράση του εδαφίου είναι η εξής: «βλέπομεν γὰρ ἄρτι δι’ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι, τότε δὲ πρόσωπον πρὸς πρόσωπον· ἄρτι γινώσκω ἐκ μέρους, τότε δὲ ἐπιγνώσομαι καθὼς καὶ ἐπεγνώσθην» (δηλαδή: «Διότι βλέπουμε τώρα αμυδρά σαν σαν διά κατόπτρου και θολά· τότε όμως θα βλέπουμε πρόσωπο με πρόσωπο. Τώρα η γνώση μου είναι μερική, τότε όμως θα είναι πλήρης, όπως και ο Θεός ήδη στην εντέλεια με γνωρίζει»).